Οι νομοτεχνικές αβελτηρίες του νομοσχεδίου της επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων
Οι πολιτικές διαφωνίες της ΕΝ.ΑΡ. με ένα νομοσχέδιο που προωθεί την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων και την ιδιωτική χρηματοδότηση είναι πολλές και έντονες. Σε αυτό το κομμάτι θ’ αναφερθούμε εκτενώς τις επόμενες μέρες και θα γίνει ένας διάλογος στην βάση δεδομένων ιδεολογικών διαφορών. Πέραν όμως της πολιτικής αντίληψης και της ιδεολογίας είναι ζήτημα μείζονος έναντι του πολιτικού σημασίας, η άσκηση της νομοθετικής εξουσίας να γίνεται με τρόπο άρτιο, τεχνικά και δογματικά επαρκή και σ’ επαφή αν μη τι άλλο με την κοινή λογική. Το δε νομοσχέδιο που θα επεξαργαστούμε βρίθει αβελτηρίων και παραλόγων.
Κατ’ αρχήν στο α.1 παρ. 3 ορίζεται ότι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια «οφείλουν να προασπίζουν με τη λειτουργία τους το δημόσιο συμφέρον[…]». Η διάταξη αυτή όχι μόνο είναι προδήλως αντισυνταγματική αλλά και παντελώς ασύνδετη με το πνεύμα του υπόλοιπου νομοσχεδίου. Στην έννομη ταξη μας προβλέπεται η αρχή της νομιμότητας, η οποία έχει σε αδρές γραμμές για τα διοικητικά και δικαιοδοτικά όργανα την έννοια ότι μπορούν να προβαίνουν μονάχα στις ενέργειες που προβλέπει ο νόμος. Για τους ιδιώτες όμως η αρχή αυτή έχει μόνο την έννοια ότι μπορούν να προβαίνουν σε οποιαδήποτε ενέργεια επιθυμούν αρκεί να μην απαγορεύεται, στα πλαίσια μιας άλλης θεμελιώδους αρχής συνταγματικής περιωπής ήτοι της αρχής της ιδιωτικής αυτονομίας.
Η υποχρέωση δράσης λοιπόν οιουδήποτε ιδιώτη να δρά βάσει δημοσίου συμφέροντος απεμπολεί λοιπόν προφανώς την αρχή της ιδιωτικής αυτονομίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι η ιδιωτική αυτονομία είναι απεριόριστη και υπεράνω περιορισμών και ρύθμισης. Σημαίνει όμως ότι οι περιορισμοί της χάριν δημοσίου συμφέροντος εντός των επιτρεπτών πλαισίων γίνονται δια ρυθμίσεων που θεσπίζει ο νομοθέτης κι εφαρμογή της συγκεκριμένης νομοθεσίας κι όχι από την απ’ ευθείας υποχρέωση του ιδιώτη! Τέτοια διάταξη δεν θα τολμούσαμε καν να την προτείνουμε κι εν πάση περιπτώσει αν αυτό που επιδιώκεται είναι η παροχή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αποκλειστικά βάσει του δημοσίου συμφέροντος, η λύση είναι απλούστατη και μας βρίσκει σε πλήρη συμφωνία. Να παρέχεται η τριτοβάθμια εκπαίδευση αποκλειστικά από ΝΠΔΔ.
Έπειτα διατυπώνεται στο α.2 περ. α ότι να ιδρύσουν ιδιωτικά πανεπιστήμια δύνανται μόνο ΝΠΙΔ των οποίων η καταστατική και πραγματική έδρα βρίσκεται στην Ελλάδα. Αν δηλαδή έρθει και το καλύτερο αλλοδαπό πανεπιστήμιο στον κόσμο να ιδρύσει παράρτημα του στην Ελλάδα αυτό δεν θα του επιτραπει!
Ακολούθως προβλέπεται σχετικά με την Σύμπραξη Δημοσίου και Ιδιωτικού Τομέα, την οποία ο Υπουργός είχε την σπουδή να μεταφράσει στην Αγγλική, ένας αριθμός περιπτώσεων. Πρώτον, προβλέπεται η «υποστήριξη» επώνυμων εδρών, ρύθμιση η οποία είναι μια αντιγραφή του α. 47 παρ.1 περ. α του ν.4009/2011 και μάλιστα με χειρότερο νομοτεχνικα τρόπο χωρίς να προστίθεται απολύτως τίποτα. Στην δε περίπτωση δ προβλέπεται η δημιουργία πρότυπων «πράσινων» πανεπιστημιακών. Όμως δεν προκύπτει ποια μορφή θα λάβει αυτή η σύμπραξη. Εύλογα εικάζει κανείς ότι αυτή θα λάβει τη μορφή της ανάθεσης δημοσίου έργου, οπότε αναρρωτάται κανείς και πάλι τι εισφέρει αυτή η ρύθμιση.
Όμως ο παραλογισμός κορυφώνεται με την ρύθμιση της παρ. 2 η οποία καθιστά κριτήριο για πρόσθετη χρηματοδότηση τις ΣΔΙΤ. Τούτο δε είναι απολύτως ακατανόητο όχι μόνο διότι δεν έχει νόημα να παρέχονται επιπλέον κρατικοί πόροι στα πανεπιστήμια που έχουν ήδη καταφέρει ν’ αντλήσουν πόρους από την ιδιωτική πρωτοβουλία αλλά γιατί ιδίως στην περίπτωση των πράσινων εγκαταστάσεων εξαναγκάζεται το δημόσιο πανεπιστήμιο να προβαίνει σε ανάθεση έργων σε συγκεκριμένο μάλιστα τομέα κατασκευών, προκειμένου ν’ αντλήσουν κρατικούς πόρους! Το ποια σκοπιμότητα εξυπηρετεί αυτή ρύθμιση είναι ένα καίριο ερώτημα το οποίο επιβάλλεται ν’ απαντηθεί.
Τέλος στο α. 9 προβλέπεται η διαδικτυακή συμμετοχική χρηματοδότηση. Στην δε παρ.2 προβλέπεται ο νεφελώδης όρος κεφαλαιοδότηση, ο οποίος (πάλι καλά) διευκρινίζεται με τον αγγλικό equity crowdfunding. Η μορφή αυτή χρηματοδότησης χρησιμοποιείται κυρίως για τις περίφημες start-ups και συνίσταται με απλά λόγια στην παραχώρηση κεφαλαίου για επενδύσεις προς τις εταιρείες αυτές έναντι της παραχώρησης μετοχών (equity). Στο δε νομοσχέδιο προβλέπεται η μορφή αυτή χρηματοδότησης για τις ανώνυμες εταιρείες διαχείρισης της περιουσίας και των κονδυλίων έρευνας των Α.Ε.Ι. Ωστόσο, κατά την ρύθμιση του α. 58 παρ. 1 περ. β «[τ]ο μετοχικό κεφάλαιο του Ν.Π.Ι.Δ. αποτελείται από μία μόνο ονομαστική μετοχή, μη μεταβιβάσιμη, αξίας ίσης με το μετοχικό κεφάλαιο, αναλαμβάνεται δε και καλύπτεται εξ ολοκλήρου από το οικείο ίδρυμα.» Αν δε ήθελε θεωρηθεί ότι η διάταξη του νομοσχεδίου εμπεριέχει σιωπηρή κατάργηση της σχετικής ρύθμισης τότε είναι προφανές ότι αυτός ο τρόπος χρηματοδότησης δεν είναι βιώσιμος μακροπρόθεσμα. Τούτο δε διότι αν τα ΑΕΙ προσφεύγουν σε αυτό τον τρόπο χρηματοδότησης δια συνεχών αυξήσεων μετοχικών κεφαλαίων είτε θα χάσουν την πλειοψηφία των μετοχών και τα κεφάλαια έρευνας (περιλαμβανομένων όσων εισέφερε) όπως και η περιουσία τους θα περιέλθουν στον έλεγχο του ιδιώτη ή θα πρέπει να μετέχουν κατά μεγαλύτερο ποσοστό στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου αναιρώντας το νόημα της χρηματοδότησης.
Του Μανώλη Μπουγιακιώτη*
*Τομεάρχης ΕΝΑΡ στην επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων