Η ΑΒΟΛΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΥΦΕΣΗΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΤΗΣ
Ξεκινώντας μια εκτενή συζήτηση για την ελληνική οικονομία, θα μπορούσαμε να πούμε διόλου επισφαλώς, πως πρόκειται για μια δέσμη δημόσιας πολιτικής, η οποία υπήρξε διαχρονικά από το 1974 δέσμια της κομματικοκεντρικής παθογένειας και δήθεν ανάπτυξης. Η παραπάνω ρήση μου επιβεβαιώνεται χρονικά , ποσοτικά και ποιοτικά.
Μεταπολεμικά, οι εξαιρετικές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας σε μακροοικονομικό επίπεδο, δεν αξιοποιήθηκαν επ’ ουδενί, και χρησιμοποιήθηκαν ως μέσο λαϊκιστικής προσέγγισης και εδραίωσης συγκεκριμένων κόμματων στην εξουσία. Την περίοδο της χρυσής τριακονταετίας, το χρονικό διάστημα μέχρι το 1975 δηλαδή, την στιγμή που όλες οι χώρες σε ευρωπαϊκό επίπεδο επιδίδονταν με ζήλο την σταθεροποίηση και την γιγάντωση της οικονομικής τους δραστηριότητας, η Ελλάδα βάδιζε σε ένα παράλληλο μονοπάτι, που ναι μεν χαρακτηριζόταν από ευημερούντες μακροοικονομικούς δείκτες, που ωστόσο χρησιμοποιούνταν λανθασμένα και προς την κατεύθυνση της εδραίωσης ενός μη-ορθολογικά δομημένου συστήματος δημόσιας οικονομική. Ένα παρόμοιο σκηνικό συνέβη και μεταπολιτευτικά : Η οικονομία, αντί για ατμομηχανή της χώρας , έγινε η ατμομηχανή της σπατάλης και του έντονα χρησιμοθηρικού και κομματικά προερχόμενου λαϊκισμού. Μέσω της αφαίμαξης των δημοσίων ταμείων, κόμματα και σαθρές πολιτικές νοοτροπίες προσπάθησαν να εδραιωθούν στο «διηνεκές» της πολιτικής ιστορίας και να εκβιάσουν μεγαλεπήβολους λαϊκούς τίτλους , που θα τα νομιμοποιούσαν ες αεί στην συνείδηση εκατομμυρίων πολιτών. Με ψευδεπίγραφες μαζικές και φιλολαϊκές παροχές δίχως μέτρο, διαχρονικά οι κυβερνήσεις της μεταπολιτευτικής περιόδου γιγάντωσαν το δημόσιο χρέος, στο πλαίσιο των κοινωνικών παροχών, οι οποίες όμως αποδείχθηκαν σκανδαλώδεις, λόγω αφενός της έλλειψης προγραμματισμού και αφετέρου λόγω της υψηλού επιπέδου διαφθοράς που πολλές φορές λάμβανε την μορφή υπεξαίρεσης δημόσιου χρήματος. Την διαχρονικά αύξουσα πορεία του ελληνικού χρέους αλλά και των δημιουργών της, αποτυπώνει σαφώς το παρακάτω διάγραμμα:
Πηγή : Τράπεζα της Ελλάδος (Επεξεργασμένο απο : Καραμαγκάλης Ι.)
Η διαχρονικότητα της εσφαλμένης οικονομικής νοοτροπίας , η οποία διέτρεχε –και δυστυχώς διατρέχει έως σήμερα- την κοινωνία κάθετα και όχι απλά σε επίπεδο πολιτικών και οικονομικών ελίτ, είχε ως αποτέλεσμα –και παρά την ασφάλεια που προσφέρει σε μια χώρα η συνύπαρξη σε ένα ευρύ σύστημα κοινού νομίσματος- τον δημοσιονομικό και εξωτερικό εκτροχιασμό της χώρας περί το 2009. Η διαχρονική έκθεση της χώρας σε υπερδανεισμό με βραχυπρόθεσμα χαμηλά επιτόκια που ήταν απόρροια της συμμετοχής της χώρας μας στο σύστημα της ευρωζώνης, δημιούργησε μια φαινομενική ευμάρεια της οποίας η αληθινή εικόνα αποκαταστάθηκε βίαια, με το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής ύφεσης το 2008. Η Ελλάδα εντός 2 μηνών ήρθε απέναντι σε μια τερατώδη οικονομική πραγματικότητα η οποία σκοπίμως η μη δεν δημοσιοποιούνταν. Την δύσκολη κατάσταση αυτή, περιγράφει το παρακάτω απόσπασμα από άρθρο του καθηγητή ευρωπαϊκής οικονομίας κ. Παγουλάτου το οποίο λειτουργεί επιβεβαιωτικά των επιχειρημάτων μου :
«Το 2009-10, η ελληνική οικονομία βρέθηκε με τον χειρότερο ίσως συνδυασμό μακροοικονομικών δεικτών στην παγκόσμια οικονομική ιστορία. Δεν είχε ένα, αλλά δύο θεόρατα προβλήματα ταυτόχρονα να επιλύσει. Πρόβλημα δημοσιονομικό (ιλιγγιώδες έλλειμμα και δημόσιο χρέος). Και πρόβλημα ανταγωνιστικότητας (θηριώδες εξωτερικό έλλειμμα και καθαρό εξωτερικό χρέος). Η θεραπεία του ενός χειροτέρευε την κατάσταση του άλλου.
Προσέξτε. Ο καθαρός εξωτερικός δανεισμός, το καθαρό εξωτερικό χρέος της χώρας στον υπόλοιπο κόσμο ήταν μόλις 6% του ΑΕΠ το 1997. Όμως, το 2009-10 πλησίαζε το 100% του ΑΕΠ, σωρευτικό αποτέλεσμα των μεγάλων ελλειμμάτων τρεχουσών συναλλαγών της τελευταίας δεκαετίας. Αιτίες: ο υψηλότερος πληθωρισμός μισθών και τιμών, η απώλεια ανταγωνιστικότητας, η έκρηξη κατανάλωσης και εισαγωγών, η υπερχρέωση, η καθίζηση της αποταμίευσης.
Τι σήμαινε καθαρό εξωτερικό χρέος ίσο με το ΑΕΠ; Ότι είχαμε ως χώρα, δημόσιος και ιδιωτικός τομέας, ένα βιοτικό επίπεδο πολλαπλάσιο από τις παραγωγικές μας επιδόσεις. Ότι συντηρούσαμε αυτό το βιοτικό επίπεδο μόνο χάρη στον υπέρμετρο εξωτερικό δανεισμό. Από τη στιγμή που ο υπόλοιπος κόσμος έπαψε να μας δανείζει, έπρεπε αντίστοιχα να συρρικνωθεί το μέγεθος της οικονομίας μας.
Έτσι, το 2010, η χώρα βρέθηκε με μια «αδύνατη αποστολή», ένα mission impossible. Έπρεπε να πραγματοποιήσει μια ταυτόχρονη διπλή προσαρμογή, που το ένα σκέλος της υπονόμευε το άλλο. Το μεγάλο δημόσιο έλλειμμα και το χρέος απαιτούν ανάπτυξη, αύξηση του εθνικού εισοδήματος, που μειώνουν τον λόγο δημόσιου χρέους/ΑΕΠ. Αντίθετα, το μεγάλο εξωτερικό έλλειμμα απαιτεί ύφεση, μείωση του εθνικού εισοδήματος, μέσα από τη βελτίωση του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, «εσωτερική υποτίμηση» που μειώνει τις εισαγωγές. Ασφαλώς, η ύφεση δυσχεραίνει τη δημοσιονομική προσαρμογή. Όμως διορθώνει το εξωτερικό έλλειμμα, αυξάνοντας τη διεθνή ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων, για να έρθει ανάκαμψη μέσα από τις εξαγωγές.»
Όπως λοιπόν προκύπτει, το άμεσο πρόβλημα της χώρας μας είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, μέσω των διαθέσιμων μακροοικονομικών εργαλείων τα οποία βρίσκονται στη διάθεση του Υπουργείου και της Τράπεζας της Ελλάδος. Η απώλεια των εργαλείων της εσωτερικής νομισματικής/συναλλαγματικής υποτίμησης, είναι ξεκάθαρο πως δεν είναι διαθέσιμα, λόγω της εθελούσιας συμμετοχής της χώρας μας στο σύστημα της ζώνης του ευρώ. Για τον λόγο αυτό, η ανταγωνιστικότητα δύναται να βελτιωθεί μοναχά μέσω των μεθόδων της άσκησης μισθολογικής και δημοσιονομικής πολιτικής.
Η κυβέρνηση, για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, προτείνει ένα ρυθμιστικό πλαίσιο υπό την μορφή ενός πρώτου βήματος για ένα «Εθνικό στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης και Δημοσιονομικής προσαρμογής», που θα περιλαμβάνει τις πρώτες απαραίτητες ρυθμίσεις σε μικρό-οικονομικό επίπεδο που κρίνονται ως αναγκαίες προκειμένου μέσω της εφαρμογής τους να δημιουργηθεί το κατάλληλο έρμα στην εθνική οικονομία που θα μπορεί να υποστηρίξει μεγαλύτερης βαρύτητας μεταρρυθμίσεις σε ζωτικότερους οικονομικούς χώρους.
Γύρω από το πρόβλημα της ανταγωνιστικότητας έχει δημιουργηθεί τον τελευταίο καρό, ένας εξαιρετικά εκτενής διάλογος, άλλοτε σοβαρός και άλλοτε ουτοπικός και ανερμάτιστος. Η πλήρης εικόνα της χώρας μας σε επίπεδο ανταγωνιστικότητας, αποτυπώνεται στον παρακάτω πίνακα :
Η ελληνική οικονομία χρίζει ριζικής αναδιάρθρωσης σε επίπεδο παραγωγικής , τιμολογιακής και εξαγωγικής ανταγωνιστικότητας, καθώς όπως είναι φανερό βρίσκεται σε μια εξαιρετικά χαμηλή θέση στην παγκόσμια κατάταξη, παρά το γεγονός ότι είναι από τις πρώτες 10 χώρες που συμμετείχαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα πλεονεκτήματα της συμμετοχής μας στην τελευταία δεν έγιναν εκμεταλλεύσιμα, με αποτέλεσμα την σημερινή τραγική κατάσταση της οικονομίας μας. Η βελτίωση της κατάστασης αυτής, της αντιστοίχισης δηλαδή ενός ευκταίου και υψηλού βιοτικού επιπέδου που στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις παραγωγικές δυνάμεις της χώρας και όχι σε αμετροεπή εξωτερικό δανεισμό, είναι πρώτη επιλογή για την κυβέρνηση. Λαμβάνοντας υπ όψιν τις διεθνείς χρηματοπιστωτικές και οικονομίες συγκυρίες εκμεταλλευόμαστε στο έπακρο όλα τα διαθέσιμα μέσα επίτευξης του στόχου αυτού, εξαντλώντας κάθε περιθώριο διαπραγμάτευσης αλλά και ταυτόχρονης σκληρής προσπάθειας από μέρους μας.
Ως πρώτο βιώσιμο μέτρο για την επανεκκίνηση της οικονομίας , φαίνεται η μείωση μισθών. Πρόκειται για ένα μέτρο εύκολα παρεξηγήσιμο και καταρχήν αθέμιτο και αντιλαϊκό, στην πραγματικότητα όμως είναι αυτό που μπορεί να δώσει μια νέα τροχιά στην οικονομία και να προσδώσει οφέλη σε όλα τα μακροοικονομικά μεγέθη ακόμα και να προωθήσει την κοινωνική δικαιοσύνη, όπως θα αποδειχθεί παρακάτω.
Με το ενδεχόμενο μείωσης των μισθών, επιτυγχάνεται αυτόματη προσαρμογή του χάσματος μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, δηλαδή με απλά λόγια, μειώνεται αυτομάτως το φυσικό ποσοστό ανεργίας. Η μείωση της ανεργίας, η οποία αποτελεί ένα διαρθρωτικό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, είναι πρωτεύον μέλημα της κυβέρνησης και μπορεί μέσω της μείωσης μισθών να μειωθεί σε αρκετά μεγάλο ποσοστό. Μια μείωση του φυσικού ποσοστού ανεργίας θα έχει ως άμεσο αποτέλεσμα την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, την τόνωση της αγοραστικής δύναμης των μικρομεσσαίων και την αναθέρμανση της ρευστότητας και της κίνησης κεφαλαίων στην αγορά.
Πέρα από τις ευεργετικές για την ανεργία συνέπειες, η μείωση μισθών συμβάλει καθοριστικά στον «επαναπατρισμό» του μαύρου χρήματος και της ανασφάλιστης εργασίας. Με το μέτρο αυτό, μειώνεται το ποσοστό φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής από πλευράς εργοδοτών καθώς μειώνεται σημαντικά το ποσοστό των οφειλόμενων εισφορών προς το δημόσιο. Αυξάνονται έτσι τα δημόσια έσοδα, βελτιώνεται η ρευστότητα των ασφαλιστικών ταμείων και σταματά να τίθεται εν αμφιβόλω η βιωσιμότητα ταμείων, μισθών, παροχών και συντάξεων.
Η μείωση μισθών, δυστυχώς δαινομονοποιείται από πολλούς, δίχως να έχουν γνώση της αντικειμενικής κατάστασης. Η Ελλάδα, είναι η χώρα της ευρωζώνης με το υψηλότερο ποσοστό αύξησης μισθών στην Ευρώπη κατά την περίοδο 1990-2008,γεγονός που δημιούργησε αφενός υψηλές πληθωριστικές τάσεις, αφετέρου μια ψεύτικη εικόνα ευημερίας, στο πλαίσιο των κομματικών παροχών για εξασφάλιση της επαναψήφισης. Η αδικαιολόγητη αυξητική πορεία των μισθών στην Ελλάδα αποτυπώνεται σαφώς στο διάγραμμα:
Όπως αναφέρει, άλλωστε, στην ανάλυση του ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας στην τριμηνιαία έκθεση του για την νομισματική πολιτική για το έτος 2010 :
«Από το 2000 και μετά το κόστος εργασίας στην Ελλάδα ακολουθεί σημαντικά ανοδική πορεία που αντιστρέφεται θεαματικά με την εφαρμογή του Μνημονίου.
Συγκεκριμένα, από το α’ τρίμηνο του 2000 έως το α’ τρίμηνο του 2010 ο δείκτης συνολικού κόστους εργασίας της Ελλάδας αυξήθηκε σε ονομαστικές τιμές κατά 54,1%, όταν της Πορτογαλίας αυξάνονταν κατά 28,7% και της Γερμανίας κατά μόλις 18,6%.»#
Οι ευεργετικές συνέπειες μιας πιθανής μείωσης μισθού δεν σταματούν όμως εδώ. Σημαντικότερο από όλα τα προαναφερθέντα, νομίζω πως είναι η αλλαγή νοοτροπίας που προωθεί ένα τέτοιο μέτρο. Πρόκειται ουσιαστικά για ένα «εποικοδομητικό και δημιουργικό σοκ» που πέραν των προαναφερθέντων, εξαφανίζει φαινόμενα αισχροκέρδειας στην ελληνική αγορά και στα ειδή πρώτης ανάγκης. Η μείωση μισθών, θα οδηγήσει αναπόφευκτα τους κερδοσκόπους σε μείωση των βλέψεων τους για υπέρογκα κέρδη, παράμετρος που θα αποπληθωρίσει τις τιμές της αγοράς σε βασικά ήδη πρώτης ανάγκης.
Τελικά, το μέτρο αυτό προωθεί και την κοινωνική δικαιοσύνη, ως απόρροια της νέας νοοτροπίας που προωθεί. Εγκαταλείπεται το οικονομικός ατομικισμός-κινούμενος πάντα σε θεμιτά πλαίσια- και παρεισφρέει σε όλα τα επίπεδα της οικονομικής δραστηριότητας τη έννοια της συλλογικότητας και ανταποδοτικότητας.
Η λογική «αφού δεν είμαι εγώ άνεργος, όλα καλά» εγκαταλείπεται, εξασφαλίζοντας το δικαίωμα στην εργασία σε χιλιάδες συμπολίτες μας. Η υιοθέτηση μιας τέτοιας ρύθμισης θα εξασφαλίσει ταχεία άνοδο στην ήδη θετικά συγκλίνουσα αλλά βραχέως αναπτυσσόμενη παραγωγική ανταγωνιστικότητα , όπως φαίνεται παρακάτω :
Πέραν όμως του ζητήματος της ανάκτησης ανταγωνιστικότητας, οφείλουμε να επικεντρωθούμε και στο ακανθώδες ζήτημα της δημοσιονομικής προσαρμογής. Πρόκειται για ένα ζήτημα καταλυτικής και βαρύνουσας σημασίας για την χώρα, καθώς η εξισορρόπηση των δημοσίων οικονομικών μας, θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε βελτίωση ολων των δεικτών οικονομικής δραστηριότητας.
Βασική αρχή της κυβέρνησης, θα μπορούσα να πω, πως δεν είναι η δίχως μέτρο περικοπές σε μισθολογικό επίπεδο, αλλά η αύξηση των δημοσίων εσόδων. Για τον λόγο αυτό πρωταρχικής σημασίας είναι ο εξορθολογισμός της δημόσιας διοίκησης και κατ’ επέκταση των δημοσίων οικονομικών μέσω αφενός των –συμφερουσών προ την χώρα- αποκρατικοποίησαν ελλειμματικών ΔΕΚΟ και δεύτερον μέσω της επανεξέτασης του ζητήματος του καθεστώτος των δημοσίων υπάλληλων.
Σχετικά με τις αποκρατικοποιήσεις, προωθούνται προς την κατεύθυνση των ιδιωτικοποιήσεων δημόσιες επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα που αποτελούν πληγή για τα δημόσια οικονομικά και είναι εντόνως ελλειμματικές στους ισολογισμούς τους, αφετέρου οι ίδιες επιχειρήσεις που αποτέλεσαν προπύργιο κομματικών διορισμών και αναξιοκρατίας.
Μιλώντας για αναξιοκρατία, υπεισέρχεται στη συζήτηση και το θέμα των Δημοσίων υπαλλήλων. Πάγια θέση –τόσο δική μου- όσο και του οικονομικού επιτελείου, είναι η επαναφορά της αξιοκρατίας στις τάξεις των δημοσίων υπαλλήλων, με την προώθηση ποσοτικής και ποιοτικής απογραφής και αξιολόγησης όλων από την ανεξάρτητοι αρχή του ΑΣΕΠ . Με αυτό τον τρόπο θα απομακρυνθούν αφενός όλοι οι παράνομα εισαχθέντες στο δημόσιο τομέα, και θα δημιουργηθεί μια σαφής και καθαρή εικόνα των ποσοτικών και ποιοτικών δυνατοτήτων του ανθρωπινού δυναμικού του. Σε περίπτωση που η καταγραφή αυτή δείξει ελλείψεις, η κυβέρνηση δεσμεύεται για νέες προσλήψεις που θα εξισορροπήσουν την κατάσταση στον δημόσιο τομέα.
Περνώντας τέλος, στο πεδίο της αναμόρφωσης της φορολογίας, είναι σαφής η πρόθεση επαναπροσδιορισμού της προς την κατεύθυνση της ελάφρυνσης των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων που αποτελούν κεντρικής σημασίας ομάδα για την οικονομία. Προωθείται μια διεύρυνση των φορολογικών κλιμακίων για αντικειμενικότερη αντιμετώπιση των φορολογούμενων, ενώ υπάρχουν σαφείς σκέψεις για κατάργηση έκτακτων εισφορών , που έχουν χαοτικό και καταστροφικό χαρακτήρα για την φοροδοτική ικανότητα των πολιτών.
Συνοψίζοντας θα ήθελα να επισημάνω το εξής : Ήρθε η ώρα για αλλαγή, χωρίς φαμφαρολογίες. Για μια αλλαγή απαλλαγμένη από τις σειρήνες του λαϊκισμού, της ψηφοθηρίας και της οικονομικής πολιτικής του μεγαλεπήβολου αλλά παραλόγου. Αυτό που έπρεπε να είχε γίνει εξαρχής, δηλαδή η τήρηση μια υπεύθυνης στάσης έναντι στους πολίτες και ο αυτοπεριορισμός των οικονομικών ατασθαλιών δίχως ξένη σύσταση, το πράττουμε με αυτό το νομοσχέδιο. Δικαιολογίες, δεν υπάρχουν. Υπάρχει μόνο μια ανάγκη : Αυτή της επανάκτησης της εθνικής μας αξιοπιστίας και αξιοπρέπειας, μιας αξιοπρέπειας που θα είναι η καλύτερη κληρονομία για τις μελλοντικές γενεές. Δρόμος : Η συνεννόηση. Αφήνοντας πίσω το «Εγώ» και κοιτάζοντας προς το «εμείς» , αφήνοντας πίσω το κομματικό συμφέρον και τις τυχοδιωκτικές τάσεις, δημιουργούμε μια χώρα έτοιμη όχι μόνο να αντιμετωπίσει μια κρίση, αλλά μια χώρα επάξια της ιστορίας και του παγκόσμιου βάρους της, μια χώρα που θα στέκεται επάξια στο διεθνές στερέωμα και θα αποτελεί πρότυπο συνοχής και ανάπτυξης των πολιτών της. Αυτή τη χώρα είναι στο χέρι μας να την δημιουργήσουμε. Όλοι μαζί.
Γιάννης Καραμαγκάλης
Υπουργός Οικονομικών
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ-ΠΗΓΕΣ
Αντωνάκης Ν. , Επιτομή Πολιτικής Οικονομίας- Θεωρία και Πολιτική, Εκδόσεις ΣΥΜΕΩΝ ,Αθήνα 2005.
Κόντης Α, Τσαρδανίδης Χ.(επιμ.) , Διεθνής Πολιτική Οικονομία, Θεωρία δομή και προκλήσεις της Παγκόσμιας Οικονομίας, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2012, Μέρος 5ο και 6ο .
Κατσίκας Χ., Ανταγωνισμός, σταθερότητα & ρύθμιση στον ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό τομέα, ΕΛΙΑΜΕΠ Policy Paper No19, Φεβρουάριος 2012.
Κόντης Α. , Διεθνείς Οικονομικές Σχέσεις, ΤΟΜΟΣ Α’, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2006., Κεφάλαιο 1.
Μαλλιαρόπουλος Δ., Η απώλεια ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας μετά την είσοδο της χώρας στην ΟΝΕ
Οικονόμου Γ., Σαμπεθάι Ι., Συμιγιάννης Γ., Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών της Ελλάδος: Αιτίες Ανισορροπιών και προτάσεις Πολιτικής, Αθήνα 2004.
Οικονόμου Γ., Η Ανταγωνιστικότητα της Ελληνικής Οικονομίας και η Εξάρτησή της από την Ακολουθούμενη Πολιτική και τις Εξελίξεις των Οικονομιών των Χωρών στη Νομισματική Ένωση, 9/7/2012 .
Πετράκης Π.Ε., Η ελληνική οικονομία : Προκλήσεις (μέχρι το 2010), Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2010.
Χαρδούβελης Γ., Από τη διεθνή κρίση στην κρίση της ευρωζώνης και της Ελλάδας, Εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα 2011.
Έκθεση του Διοικητή Τ.τ.Ε 2011
Ελληνική Οικονομία και απασχόληση, Ετήσια Έκθεση 2012, Ινστιτούτο Εργασίας ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ
Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2012), Αξιολόγηση εθνικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων του 2012 και του προγράμματος σταθερότητας της Ελλάδας, Βρυξέλλες.
The Global Competitiveness Report 2011–2012 , World Economic Forum, Chapter 1.1 The Global Competitiveness Index 2011–2012:Setting the Foundations for Strong Productivity
Thorsten S. (2009), Minimum wages in Europe: new debates against the background of economics crisis, ETUI, policy Brief, Issue 2/2009.
Snower, D. (1995), Evaluating unemployment policies: What do the underlying theories tell us?, Oxford Review of Economic Policy, 11 (1), pp. 110-135.
http://epp.eurostat.ec.europa.eu/portal/page/portal/eurostat/home(Eurostat)
http://www.imf.org/external/pubs/ft/weo/2011/01/weodata/index.aspx (World Economic Outlook Database)
www.oecd.org (Organization for Economic Co-operation and Development)
• http://www.imf.org/external/pubs/ft/weo/2011/01/weodata/index.aspx (World Economic Outlook Database)
• www.oecd.org (Organization for Economic Co-operation and Development)