Η διελκυστίνδα πατριωτισμού-εθνομηδενισμού και οι τεκτονικές μετατοπίσεις της
Γράφει ο Σωτήρης Μητραλέξης*
Το 2008, πρεσβύτης πολιτικός μέντωρ με προφητικές τάσεις είχε πει στον
υποφαινόμενο και σε φίλους-ομοϊδεάτες του: «τώρα εσείς θεωρείστε δεξιοί. Όταν θα έρθει η Νέα Μεταπολίτευση (ναι, από τότε υπήρχε αυτή η συζήτηση…) και γυρίσει το εκκρεμές της πολιτικής γεωγραφίας, στην Δεξιά εσείς θα θεωρείστε κεντρώοι και θα τρέχετε να μαζέψετε άλλους στα δεξιά σας, με απόψεις που θα έχουν ξεφύγει». Τότε γελάγαμε, λέγαμε ότι ο φίλος μας είχε μασήσει υπερβολικά πολλά φύλλα δάφνης.
Συχνά όταν είμαστε μέρος μιας μεταλλασσόμενης πραγματικότητας, δρώντα της πρόσωπα, δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε αλλαγές σε αυτήν που θα ήταν πασιφανείς για κάποιο τρίτο πρόσωπο, για κάποιον εξωτερικό παρατηρητή. Ακριβώς αυτό συμβαίνει στην διελκυστίνδα πατριωτισμού-εθνομηδενισμού τα τελευταία χρόνια, τα χρόνια της κρίσης όπου έχουν έρθει τα πάνω-κάτω: οι αλλαγές από τότε που εισήχθη το Μνημόνιο είναι τεράστιες, ουρανομήκεις, άλλοτε απολύτως αδιανόητες, και σηματοδοτούν το παγκοίνως γνωστό: ότι η Μεταπολίτευση ως ιστορική και πολιτικοϊδεολογική περίοδος έχει ήδη πεθάνει. Καλωσήρθατε στην νέα εποχή, όπου το κυρίως μέλημά μας στο συνεχές πατριωτισμού-εθνομηδενισμού είναι… να «μαζέψουμε» τους τοξικά και νοσηρά «υπερπατριώτες».
Πρώτα πρώτα, να ξεκαθαρίσουμε τους όρους που χρησιμοποιούμε: με τον «πατριωτισμό» αναφερόμαστε σε μια φιλοπατρία εκφραζόμενη ως εθνοκεντρισμό που διαλέγεται με μεγάλη ποικιλία θέσεων (ανάλογα με το υποκείμενο) σχετικά με την ευρωπαϊκή ενοποίηση: ο πατριωτισμός δεν είναι κατ’ ανάγκην αντευρωπαϊκός ούτε και μονότροπα φιλευρωπαϊκός. Πρόκειται περισσότερο για κάτι το αξιακό: πιστεύουμε στην θεμελιώδη αρχή της συγκρότησης του έθνους, δηλαδή στο ότι εμείς δεν είμαστε οι άλλοι και οι άλλοι δεν είμαστε εμείς. Οιστρηλατούμεθα από την τρισχιλιετή πορεία των Ελλήνων στην ιστορία και δεν προτιθέμεθα να την αφήσουμε να σταματήσει εδώ. Αφήνουμε τα ζωολογικά κριτήρια βιολογικής συνέχειας για τους αντιπάλους μας, δεν μας αφορούν ούτε κατ’ ελάχιστον, ασχέτως αν αυτά τελικά πληρούνται καθολικά ή μόνο εν μέρει. Ψηλαφούμε την συνέχεια των Ελλήνων στην γλώσσα, γιατί «τα όρια της γλώσσας μου σημαίνουν τα όρια του κόσμου μου»: δεν θα ντρεπόμαστε κιόλας επειδή έχουμε το αριστοκρατικό προνόμιο να λέμε, τρεις χιλιάδες χρόνια τώρα, τον ουρανό, ουρανό και τη θάλασσα, θάλασσα. Ψηλαφούμε την συνέχεια αυτή παντού στη ζωή μας, στις χαρές και στις λύπες μας, σε χορούς κυκλωτικούς κι άλλο τόσο ελεύθερους σαν ποταμούς. Πιστεύουμε στη διαχρονικότητα των αξιών που μας κληροδοτήθηκαν από τις προηγούμενες γενεές, στην παράδοση, την παραδεδομένη πείρα ζωής γενεών, αιώνων, και στην γόνιμη δημιουργική αφομοίωση αυτής της πείρας στο σήμερα. Μπορείς να εκτιναχθείς στο μέλλον μόνο αν έχεις γερές ρίζες στο παρελθόν.
Με τον «εθνομηδενισμό», αναφερόμαστε στην αντίληψη –ρητή ή υπόρρητη- ότι τα έθνη είναι «φαντασιακές κοινότητες», κατασκευές-πλαστουργήματα, και ως εκ τούτου ο ελληνισμός είναι κάτι που βρίσκεται στο μυαλό μερικών ψυχολογικά ελλειμματικών, μη απελευθερωμένων από τις ιδεοληψίες που καλλιεργεί η άρχουσα τάξη για να επιτείνει την κυριαρχία της. Αυτές όμως οι διατυπώσεις είναι η προσπάθεια μετ’ακριβείας περιγραφής του ζητήματος, διότι στην πραγματικότητα ο εθνομηδενισμός ως νοοτροπία είχε καταστεί της τελευταίες δεκαετίες δεύτερη φύση της δημόσιας σφαίρας. Απόψεις υγιούς, απόλυτα φυσιολογικής σε άλλες χώρες φιλοπατρίας ευρισκόμενης αλλού σε κεντρώες ή και κεντροαριστερές πολιτικές τοποθετήσεις υφίσταντο εδώ ιδεολογική τρομοκρατία και θεωρούντο απαγορευμένες, κατακριτέες, ακραίες και αντιδραστικές, αδιανόητες, ενώ οι φορείς τους συναντούσαν ανυπέρβλητες δυσκολίες ανέλιξης στον δημόσιο χώρο, δυσκολίες προσομοιάσιμες με την απουσία «πιστοποιητικού κοινωνικών φρονημάτων» σε άλλες εποχές.
Θυμάστε τα άρθρα «ανησυχούντων» για το πόσες σημαίες βγήκαν στους δρόμους το 2004; Είχε ξεμυτίσει ένα λαϊκό αίσθημα για δεκαετίες καταπιεσμένο. Καταπιεσμένο ακόμα και από την κρατική μηχανή στα σχολεία, αφού η ιστορική αντίληψη έπρεπε να μεταβληθεί, ώστε να ταυτίζεται «φιλικά» και «αλληλέγγυα» με αυτήν των σκληρών εθνικιστών άλλων κρατών (όπως συμβαίνει με τους πιο σκληρούς μύθους ακραίων κεμαλιστών, τους οποίους μπορείς να συναντήσεις εκτός Τουρκίας μόνο στα γραφόμενα προοδευτικών αναθεωρητών της Μεταπολίτευσης). Επιμένουν και σήμερα ότι συγκεκριμένα σεβάσματα του γένους αποτελούν «μύθο», μυθοπλασία για την δημιουργία μιας ομοείδειας ακριβώς επειδή αυτή δεν υπάρχει, ακόμα και αν η έρευνα συσσώρευσης εκατοντάδων πρωτογενών πηγών υπαγορεύει το αντίθετο ή οι ίδιοι οι εγγαστρίμυθοι της αποδόμησης, ενίοτε στρατευμένοι με άλλοτε εξουσιαστικές κρατικές δάφνες δεξιώτερα του κέντρου, εγκλωβίζονται στις αντιφάσεις τους. Μέγιστο κόκκινο πανί, η «ελληνική συνέχεια». Πρέπει να διαψευστεί πάση θυσία, ακόμα κι αν φτάσει κανείς στον επιστημονικό αυτεξευτελισμό επιχειρηματολογώντας ακόμα και για την ασυνέχεια της ελληνικής γλώσσας… Ο εθνομηδενιστής συνήθως αντιλαβάνεται τον εαυτό του ως κατ’ εξοχήν καλλιεργημένο και οφείλει να καμώνεται πως σέβεται π.χ. τον Σεφέρη και τον Ελύτη, βγάζει όμως φλύκταινες όταν διαβάζει τον πρώτο να γράφει για «την ψυχή του ανθρώπου καθισμένη στα γόνατα της Υπερμάχου Στρατηγού, πού είχε στα μάτια ψηφιδωτό τον καημό της Ρωμιοσύνης» και τον δεύτερο να δηλώνει ότι «ένα φύλλωμα λέξεων θα σε ντύσει ελληνικά να μοιάζεις αήττητη»…
Όσοι ευρισκόμενοι δεξιώτερα του πολιτικού κέντρου δηλώνουν ευτυχείς που αντιστάθηκαν σε αυτήν την επέλαση από τα μετερίζια της πολιτικής τους στράτευσης, καλούνται να ξυπνήσουν, διότι καλημέρα: η Δεξιά ήταν που επέμενε δια στόματος Υπουργού Παιδείας στην παραμονή του πονηματιδίου της ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού για «θεσμικούς» λόγους, παρά την πανελλαδική κατακραυγή που εκπορεύετο ως και από την Ακαδημία Αθηνών – μόνο η αντικατάσταση της Υπουργού επέτρεψε να αναιρεθεί το όνειδος. Η Δεξιά έθετε ανθρώπους που μιλούν για την… εθνοκάθαρση στην Τριπολιτσά, αρνούμενοι κατηγορηματικά άλλες γενοκτονίες, ως προέδρους του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας. Και άλλα πολλά, ων ουκ έστιν αριθμός, που δεν είναι εδώ ο χώρος τους.
Σήμερα, η επικυριαρχία εθνομηδενιστικών νοοτροπιών επί του ασφυκτιούντος ελληνικού λαού έχει σε μεγάλο βαθμό ανατραπεί. Οι άλλοτε επί σημιτισμού θεωρούμενοι ως «σκληροί εθνικιστές και ακροδεξιοί» ή κατηγορούνται από τους πολιτικούς τους αντιπάλους για ελλειμματικό πατριωτισμό! Όμως η χύτρα ήταν υπό πίεση, και όταν ανοίχθηκε βιαίως έβγαλε τοξικά απόβλητα, με αποτέλεσμα –κατά την προφητική ρήση- να τρέχουμε να τα μαζέψουμε και να μην φτάνουμε…
Λόγω της ανετοιμότητας του Κοινού μας να διαχειριστεί την μεταβολή, και ελλείψει υγιών διαφορετικών του εθνομηδενισμού αφηγήσεων με δημόσια προβολή, πολλοί συμπολίτες μας έγιναν βορά διαφόρων «τρελλών», είτε εκείνων που συνωμοσιολογούν ακατασχέτως με ψεκασμούς και άλλα τινά είτε εκείνων που ανασύρουν έναν φυλετισμό που ο ελληνισμός δεν τον ήξερε ποτέ, τον γνώρισε στην ιστορία του μόνον ως ένοπλο εχθρό. Και ανέσυραν μια νοσηρή συμπάθεια σε ένα παρελθόν τεχνητού κρατικού «ελληνοχριστιανισμού», που ήταν ελάχιστα ελληνικός και προσχηματικά ορθόδοξος. Αντί να αναδείξει την ετερότητά του, που είναι το πρώτο βήμα για την πραγματική σχέση με άλλες εθνικές ετερότητες, ένα κομμάτι του ελληνικού λαού μεταμορφώνεται σε μιαν αποκρουστική αλλοίωση του πατριωτισμού, είτε ως μισανθρωπισμού είτε ως αλλοπρόσαλλης κοσμοθεώρησης αποκομμένης από την πραγματικότητα
Η τοξική αλλοτρίωση του πατριωτισμού είτε σε καφρικό εθνικισμό και φυλετισμό είτε σε επικερδή πολιτικά πατριδεμπορία (ειδικά τώρα, που η μετοχή της πολιτικής έννοιας «πατρίδα» έχει σημειώσει limit-up) έχει κατά την γνώμη μας συγκεκριμένη θεραπεία. Εκτός από την ριζοσπαστικοποίηση που επιφέρουν οι απότομες αλλαγές και η ανέχεια, οφείλεται και στην απουσία μιας πλατιά διαδεδομένης φυσιολογικής νοηματοδότησης του Ελληνισμού. Και όταν λέμε «φυσιολογικής», εννοούμε διαφορετικής από την κρατική μας ιδεολογία του κοραϊσμού και της μετακένωσης, η οποία βλέπει τον Ελληνισμό με τα μάτια των βαυαρών αντιβασιλέων και την απουσία χιτώνων στους δημόσιους λειτουργούς και κιόνων στα δημόσια κτήρια περίπου ως εκκρεμότητα που πρέπει να καλυφθεί… Με την ιστορία του εκχριστιανισμένου Ελληνισμού και της αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως μετέωρη, να την ασπαζόμαστε ρητορικά και να την συκοφαντούμε μέσα από τα σχολικά μας βιβλία. Ενδεχόμενο θεραπείας θεωρούμε ότι υπάρχει μόνο αν δοθεί το έναυσμα για να επανεφεύρουμε (για την ακρίβεια: να ξαναψηλαφίσουμε) συλλογικά την φιλοπατρία μας σε ένα ιστορικό βάθος τουλάχιστον διακοσίων, όχι απλώς τριανταοκτώ ετών. Και να συναντήσουμε τους προγόνους μας με τον τρόπο του Μακρυγιάννη, ως φίλους και αυτονόητα γνωστούς, όχι ως τοτέμ/ αγάλματα/ διατριβογραφήματα. Κείμενα-κειμήλια για αυτήν την άλλη ανάγνωση είναι, κατ’ αρχήν, τα κείμενα της γενιάς του ’30… Ας αρχίσουμε από εκεί την επαναψηλάφησή μας.
*Ο Σωτήρης Μητραλέξης είναι Επικεφαλής του Εθνικού Κινήματος