Πρωθυπουργός: “θέμα βούλησης η επίτευξη του στόχου μας”
Λίγο πριν ανέβει στο βήμα για την επίσημη έναρξη της ΣΤ’ Συνόδου του Μοντέλου Βουλής των Ελλήνων, ο Πρωθυπουργός, Γιώργος Παπαγεωργίου, μιλά στο Info/Cracy. Ποιες οι προτεραιότητες που θέτει ως Κυβέρνηση και ποια η αδυναμία που έχει να αντιμετωπίσει στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής;
-Κύριε Πρωθυπουργέ, έχοντας ένα δυναμικό σοσιαλιστικό παρελθόν, αξίες και ιδανικά που σας καθιέρωσαν ως έναν αξιοσημείωτο ηγέτη, τι είναι αυτό που θέτετε σαν προτεραιότητα, δεδομένης της λογικής που σας συνοδεύει ως σήμερα στο χώρο του Μοντέλου Βουλής των Ελλήνων;
–“Η μετάβαση από το λέγειν στο πράττειν αποτελεί ξεχωριστή στιγμή στην πολιτική πορεία κάθε ατόμου. Σηματοδοτεί παράλληλα, ωστόσο, την ευκαιρία της εφαρμογής και υλοποίησης των πολιτικών προτεραιοτήτων που αποτελούν τα σημεία χρόνιων πολιτικών αντιπαραθέσεων και μαχών. Βρεθήκαμε στην Κυβέρνηση της χώρας, όχι για να εκπληρώσουμε τη πολιτική μας ματαιοδοξία, αλλά για να αποδείξουμε πως η Ελλάδα μπορεί να προχωρήσει μπροστά. Να αφήσει την άκρη την πολιτική συνήθεια της νωχελικότητας των περασμένων ετών και αποδεικνύοντας καθαρή βούληση να έρθει σε ευθεία αντιπαράθεση με όλες τις αιτίες που καθηλώνουν τη χώρα στη στασιμότητα και καλλιεργούν τις παθογένειες που όλοι ως πολίτες βιώσαμε. Η χώρα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι διεθνών εξελίξεων που απαιτούν εγρήγορση και στρατηγικό προγραμματισμό, την ίδια στιγμή που οι πολίτες επιζητούν να δουν αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας του κράτους προς όφελος της καθημερινότητας τους. Αποτελεί υποχρέωση μας να επαναφέρουμε την πολιτική δράση στο προσκήνιο. Συνθέτοντας απόψεις από το σύνολο του κομματικού φάσματος, επιχειρώντας την αναστύλωση της εμπιστοσύνης στο πολιτικούς εκπροσώπους της χώρας δια της καθημερινής συμπεριφοράς και πρακτικής μας να εμπνεύσουμε σιγουριά για την Ελλάδα που προχωράει μπροστά στο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον.”
-Αναφέρεστε με θέρμη στην καταπολέμηση των παθογενειών, της γραφειοκρατίας και της «νωχελικότητας» που χαρακτηρίζει – κατά εσάς – τις εφαρμοσμένες πολιτικές ως σήμερα. Μπορείτε να κατονομάσετε, για τον κόσμο ειδικότερα, ποιες είναι αυτές οι παθογένειες, που εδράζονται και ποιες θεωρείτε ως ακρογωνιαίες λίθους της μη ανοδικής πορείας της χώρας ως σήμερα;
“Ελάχιστες κατά το παρελθόν, παρά τον επιτυχή εντοπισμό των παθογενειών από τα μεταπολιτευτικά κόμματα και Κυβερνήσεις, ήταν οι απόπειρες ουσιαστικής μεταρρύθμισης και σύγκρουσης με τις αιτίες που κρατούν αγκυλωμένη τη λειτουργικότητα του δημοσίου σε χαμηλά ποσοστά και επιτείνουν τη δυσαρέσκεια των πολιτών. Επιχειρήσαμε εξ αρχής να μην εμπλακούμε στη συζήτηση περί αναγκαιότητας λιγότερου ή περισσότερου κράτους στη σύγχρονη ζωή. Οι νομοθετικές προτάσεις που καταθέτουμε αποδεικνύουν την πεποίθηση μας πως το ελληνικό κράτος δύναται να μεταμορφωθεί αξιοποιώντας σύγχρονες τεχνολογικές μεθόδους και να αποτελέσει πρότυπο λειτουργίας και αξιοπιστίας. Για να πετύχουμε το στόχο μας, οφείλουμε πρωτίστως να επιδείξουμε βούληση να αλλάξουμε τα παγιωμένα στερεότυπα. Να έρθουμε σε ευθεία αντιπαράθεση με τα κλειστά συστήματα που παρασιτούν στους κόλπους του ελληνικού δημοσίου και λειτουργούν ως πεδίο αντιπαράθεσης επιρροής κομμάτων. Να αποδείξουμε και να εξηγήσουμε στους πολίτες πώς η βραδεία απονομή της δικαιοσύνης επενεργεί στην καθημερινότητα τους, ότι οι υπηρεσίες της δημόσιας υγείας μπορούν να βελτιωθούν με τη χρησιμοποίηση της σύγχρονης τεχνολογίας και πως η συνδιαλλαγή τους με τους κρατικούς φορείς και υπηρεσίες μπορεί να τεθεί σε ένα νέο πλαίσιο πολύ πιο λειτουργικό και ευέλικτο. Είναι πρωτίστως θέμα βούλησης και ιεράρχησης προτεραιοτήτων. Η Κυβέρνηση μας απέδειξε εξ’ αρχής πως αφουγκράζεται την ανάγκη για αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του δημοσίου και διαθέτει το σθένος να καθοδηγήσει τις εξελίξεις.”
-Παραθέτω τα λόγια σας: «Στόχοι της Κυβέρνησης μας είναι η ισχυροποίηση της θέσης της Ελλάδας στη διεθνή κοινότητα μέσω μιας μοντέρνας, πολύπλευρης και έξυπνης διπλωματίας». Η πρόταση αυτή συμπυκνώνει την πολιτική αντίληψη σας για την εξωτερική πολιτική της χώρας; Και ποια θεωρείτε ότι είναι η μεγαλύτερη αδυναμία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής;
“Η φράση που τονίζετε συμπυκνώνει ακριβώς το όραμα μας για τα χαρακτηριστικά της διπλωματίας που θέλουμε η Ελλάδα να αναπτύξει. Αξιοποιώντας τα φυσικά γεωστρατηγικά της πλεονεκτήματα η Ελλάδα οφείλει και μπορεί να καταστεί καταλύτης εξελίξεων και να αναχθεί σε πρωταγωνίστρια τόσο στον τομέα ενέργειας και διεθνούς high-tech οικονομίας στη νοτιοανατολική Μεσόγειο όσο και στην Ευρώπη. Επιπλέον,, επιθυμούμε να δούμε την ελληνική πολιτεία να προβάλλει και διπλωματικά τα χαρακτηριστικά της πλούσιας πολιτιστικής κληρονομιάς που διαθέτει, κάτι το οποίο έχει πράξει ελάχιστα και χωρίς οργανωμένο πλαίσιο στο παρελθόν. Βασιζόμενοι στις παραπάνω παραμέτρους επιθυμούμε να προχωρήσουμε στη κατάρτιση του πρώτου ενιαίου διπλωματικού δόγματος που θα υπερβαίνει τις κομματικές και πολιτικές διαφοροποιήσεις των εκάστοτε μελλοντικών σχηματισμών. Γνωρίζουμε πολύ καλά πως παρά το γεγονός πως κάθε Κυβέρνηση δύναται να θέτει τις δικές της πολιτικές προτάσεις και πινελιές στην ασκούμενη εξωτερική πολιτική, υφίσταται κάτι πολύ πιο βαθύ και σοβαρό που απαιτεί το ελάχιστο κοινό πολλαπλάσιο των εθνικών συμφερόντων να τίθεται σε ενιαία βάση. Η Κυβέρνηση μας θέτει τους θεμελιακούς πυλώνες της ενιαίας διπλωματικής πολιτικής της χώρας ευελπιστώντας πως τα πολιτικά κόμματα είναι έτοιμα να κάνουν πράξη την την υπέρβαση και να συναινέσουν σε μια εθνική υπόθεση που φαντάζει πιο αναγκαία από ποτέ.”
-Αναγνωρίζετε πως η Ελλάδα βρίσκεται στην άκρη ενός τριγώνου διαρκών πολεμικών επιχειρήσεων και συγκρούσεων, με την κατάσταση στην Ουκρανία να παραμένει τεταμένη, όπως και στην Αίγυπτο, και φυσικά στην Συρία έκρυθμη, με τη συμμετοχή δυνάμεων – ενεργά – με τεράστιο όγκο μεταναστών και πολιτικών προσφύγων να κατευθύνονται μέσω της Τουρκίας κυρίως προς την Ευρώπη. Φυσικά γνωρίζετε την κατάσταση, αναφορικά με το «Μακεδονικό ζήτημα», την ανάμειξη μας στα τεκταινόμενα της Κυπριακής ΑΟΖ, ως επέκταση του «Κυπριακού Ζητήματος» και τέλος παραμένει – αιχμηρή – η κατάσταση με την Αλβανία, αν και οδεύει προς ομάλυνση. Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν να αποτελέσουν προφανείς σκοπέλους στην διπλωματική πολιτική σας. Ένας λάθος χειρισμός μπορεί να μπλέξει την Ελλάδα στην δίνη των πολεμικών συγκρούσεων. Είστε έτοιμος εσείς, η πολιτική σας παράταξη και ως επί τo πλείστον η πολιτική και στρατηγική σας για ένα τέτοιο ρίσκο;
-“Η σοβαρότητα των χειρισμών που η εκάστοτε Κυβέρνηση οφείλει να επιδεικνύει στη διεθνή σκακιέρα καθίσταται αναμφισβήτητη. Ζούμε σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και έκρυθμο γειτονικό περιβάλλον που οποιαδήποτε μη κατάλληλα εκτιμώμενη κίνηση μπορεί να πυροδοτήσει καταιγιστικές εξελίξεις. Πέραν της ανάλυσης του πλαισίου, ωστόσο, από την πρώτη στιγμή της ανάληψης των κυβερνητικών μας καθηκόντων, παρατηρούμε και αναλύουμε καθημερινά τις εξελίξεις στη γειτονιά της Μεσογείου, των βαλκανικών συνόρων μας, και της ευρύτερης περιοχής και είμαστε έτοιμοι να υπερασπιστούμε τα εθνικά μας συμφέροντα στη βάση της πολιτικής συνείδησης μας και των συμφερόντων του ελληνικού λαού. Η Ελλάδα όμως, όπως επανειλημμένα τονίζω, οφείλει να κάνει το βήμα μπροστά. Να ξεφύγουμε από το «μου αρέσει» και να περάσουμε στο «χρειάζεται». Διαμορφώνοντας το πλάνο της ενιαίας διπλωματικής πολιτικής, φιλοδοξούμε να διαχειριστούμε την εξωτερική πολιτική της χώρας με προγραμματισμό και σοβαρότητα. Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας να πραγματοποιείται με στερεότυπες, αφελείς και πομπώδεις δηλώσεις που το μόνο που καταφέρνουν είναι να δείξουν πόσο διανοητικά και διπλωματικά άγονοι είναι οι εκφραστές των απ’ όπου και εάν προέρχονται. Η ετοιμότητα μας αποδεικνύεται από τη ρηξικέλευθη νομοθετική πολιτική που επιχειρούμε να φέρουμε στο προσκήνιο και όχι από παραπλανητικές δηλώσεις στις οποίες θα μπορούσαμε να επιδοθούμε.”
-Η θέσπιση της κάρτας του μετανάστη αναμφίβολα αποτελεί ριζοσπαστική κίνηση και θα προλάβει γραφειοκρατικά κολλήματα, που σε κάθε άλλη περίπτωση θα παρακώλυαν τη διαδικασία της ταυτοποίησης και της ένταξης. Ωστόσο, μείζονος σημασίας είναι πέραν της σωματικής και η συναισθηματική ακεραιότητα αυτών των ανθρώπων. Τι σκοπεύετε να κάνετε προκειμένου να την εξασφαλίσετε;
“Μια ματιά στη σύγχρονη ιστορία του ελληνικού λαού αρκεί για να μας αποδείξει πως το μεταναστευτικό ζήτημα αποτελεί χαρακτηριστικό κεφάλαιο της συλλογικής μας μνήμης. Είναι αξιομνημόνευτη η ενσυνείδητη προθυμία και η αλληλέγγυα στάση των Ελλήνων απέναντι στο ζήτημα όπως την είδαμε να εκδηλώνεται τα τελευταία χρόνια. Μια Ελλάδα ταλαιπωρημένη από τις διεθνείς οικονομικές επιβαρύνσεις καλείται να σηκώσει το φορτίο που της αναλογεί ως πύλη εισόδου στην Ευρωπαϊκή κοινότητα. Δεκάδες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών συνεπικουρούν το έργο της κρατικής πρόνοιας σε μια προσπάθεια που απαιτεί ιδιαίτερους χειρισμούς και φυσικά την υποστήριξη των Ευρωπαίων συμμάχων μας. Στοχεύοντας στην εξομάλυνση των γραφειοκρατικών διαδικασιών θεσπίζουμε τη κάρτα που πολύ σωστά περιγράφετε. Προφανώς και η προσπάθεια δεν μένει εκεί. Ενθαρρύνουμε και προωθούμε την κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών και προσφύγων με την εκμάθηση της ελληνικής γλώσσας, ως αναγκαίου και ικανού εργαλείου για την ανάπτυξη ιδιαίτερων δεσμών των ανθρώπων αυτών με τον τόπο μας και επιπρόσθετα βρισκόμαστε σε πλήρη ετοιμότητα να προχωρήσουμε περαιτέρω τόσο σε ζητήματα βελτίωσης των εγχώριων συνθηκών διαμονής των πληθυσμών αυτών όσο και σε ζητήματα προώθησης και στην υπόλοιπη Ευρώπη.”
-Οραματίζεστε ένα κοινωνικό κράτος, με λιγότερη γραφειοκρατία, ψηφιακό εκσυγχρονισμό. Οι παροχές του κοινωνικού κράτους όμως εφαρμόζονται μέσω πολιτικών και νομοθετικών επιλογών. Θεωρείτε πως με τον ήδη επιβαρυμένο προϋπολογισμό της χώρας, υπάρχει δυνατότητα για κοινωνική πολιτική; Και αν, υπό ποιο πρίσμα; Πού προσανατολίζονται οι προτεραιότητες σας; Μόνον στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες;
“Η έμφαση στην κοινωνική πολιτική για εμάς δεν είναι πολυτέλεια, αλλά αδιαμφισβήτητη ανάγκη. Η εφαρμογή οικονομικών προτύπων που αγνοούν τις ανάγκες της πλειοψηφίας μας απέδειξε πρόσφατα που μπορεί να οδηγήσει η κοινωνική οργή. Βρισκόμαστε στον όγδοο χρόνο της οικονομικής κρίσης που μαστίζει τη χώρα και θα ήταν παραπλανητικό να προσπαθούμε να πείσουμε τους συμπολίτες μας πως όλα βαίνουν καλώς. Οι συνέπειες των μνημονιακών πολιτικών έχουν εμφανή στίγματα σε κοινωνικές ομάδες. Το κράτος οφείλει να αφουγκράζεται τις ανάγκες των πολιτών του και αναλογικά να διανέμει δαπάνες. Η ενίσχυση των πυλώνων του κοινωνικού κράτους δεν μπορεί να αφορά περιοριστικά ορισμένες μόνο κοινωνικές ομάδες στη βάση συντεχνιακής πολιτικής που εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα. Επιλέγουμε ως Κυβέρνηση να επενδύσουμε σε δαπάνες που εξυπηρετούν τη Δημόσια Παιδεία παρέχοντας ισότιμα ευκαιρίες σε όλους τους πολίτες. Βελτιώνουμε την ποιότητα της παρεχόμενης δημόσιας υγείας και θωρακίζουμε τις δύο βασικές πτυχές του κοινωνικού κράτους με απόλυτη πίστη και σεβασμό στη σημασία τους για την λειτουργία της δημοκρατικής πολιτείας.”
-Αναπαράγοντας το λόγο σας, καταλήγετε «δεν υφίστανται αποτελέσματα χωρίς προσπάθεια και κόπο». Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, από το 2009 και έπειτα, ο ελληνικός λαός έχει δοκιμάσει πολλές συνταγές διαχείρισης, ωστόσο κάθε φορά καλείται να κάνει επιπλέον υπομονή, προσπάθεια, κόπο και θυσίες. Με βάση αυτή την πραγματικότητα, πού διαφέρει η δική σας προοπτική, για να δεχτεί ο λαός για μία ακόμη φορά να «ματώσει», να σας εμπιστευτεί και να σας επιτρέψει – στο μέτρο του δυνατού – να ολοκληρώσετε τις πολιτικές σας μεταρρυθμίσεις;
–“Καταστήσαμε σαφές πως στόχος της Κυβέρνησης στην παρούσα φάση είναι η σύγκρουση με την πολιτική της απραξίας. Και με τον όρο αυτό δεν αναφερόμαστε προφανώς στους κόπους του ελληνικού λαού που καθ΄ όλη τη διάρκεια της δημοσιονομικής προσαρμογής σήκωσε το βάρος των πολιτικών της λιτότητας. Φιλοδοξούμε πρωτίστως να συγκρουστούμε με τη λογική που θέλει τους κρατικούς λειτουργούς να αποτελούν μια «οιονεί» κάστα που απολαμβάνει τα πλεονεκτήματα του ρόλου της. Με τη φράση αυτή θέλω να καταστήσω σαφές πως βασικό μας μέλημα ως Κυβέρνηση είναι η καταβολή προσπάθειας για να δούμε τις πολιτικές μας θέσεις να υλοποιούνται. Οι πολιτικοί να πάψουν να κουνούν το δάκτυλο μιας κάποιας απόλυτης μεταρρυθμιστικής αλήθειας που νομίζουν πως κατέχουν και επιθυμούν να επιβάλλουν στον «αδαή» λαό. Εμείς, πρωτίστως, να γίνουμε το παράδειγμα της εργατικότητας και της ανιδιοτελούς προσφοράς μακριά από συμπεριφορές αδιαφάνειας που θίγουν την εικόνα της πολιτικής, η οποία πρέπει να αντιλαμβάνεται ως υπηρεσίας και όχι ως εργασία. Δουλειά για να κατορθώσουμε να δούμε την Ελλάδα να προοδεύει ξανά. Να βάλουμε την Ελλάδα μπροστά.”
-Θεωρείτε πως αυτή η «ιστορικής σημασίας ευκαιρία να ξεπεράσουμε την πραγματικότητα της ατολμίας» θα επαναφέρει την χώρα σε τροχιά ανάπτυξης, μέσω της δικής σας πολιτικής ατζέντας; Αν ναι, σε πόσο χρονικό διάστημα θεωρείται δόκιμη η πραγμάτωση της; Μέσα από ποιους δείκτες θα μπορούμε με σιγουριά να ελέγχουμε εμείς, ο ελληνικός λαός;
“Η κρίση έφερε το μνημόνιο ή το μνημόνιο έφερε την κρίση; Αυτό το ερώτημα καλούμασταν ως τώρα να απαντήσουμε σε πολιτικές συζητήσεις και να πείσουμε αναλόγως τους πολίτες. Οι εποχές όμως άλλαξαν. Διαθέτουμε απόλυτη πίστη στη δυναμική της πολιτικής μας ατζέντας. Πιστεύουμε πως η επάνοδος της Ελλάδας στην ανάπτυξη θα επιτευχθεί μόνο όταν επιδείξουμε ειλικρινή βούληση να συγκρουστούμε δυναμικά με ότι κρατάει τη χώρα δέσμια στο φαύλο παρελθόν. Χρειαζόμαστε τομές που θα χτυπούν ευθέως τις αιτίες της παθογένειας, θα στοχεύουν στην τόνωση της διεθνούς αξιοπιστίας και στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στο κράτος μέσω ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου. Αυτή είναι η βούληση της Κυβέρνησης μας και είναι φυσικό πως θα χρειαστεί εύλογο χρονικό διάστημα προκειμένου να γίνουν εμφανή τα πρώτα σημάδια της πολιτικής μας Για να κριθεί η αποτελεσματικότητα των πολιτικών μας υπάρχουν τρόποι πολλοί. Από το ξήλωμα των βραδέων γραφειοκρατικών διαδικασιών, τη μείωση της ανεργίας, την αύξηση της παραγωγικότητας, αλλά και την ικανότητα να μας να πείσουμε τις κοινοβουλευτικές δυνάμεις να γίνουν συμμέτοχοι της μάχης του ανοίγματος των κλειστών συστημάτων συμφερόντων, της προόδου, της κοινωνικής αλλαγής και των σύγχρονων πολιτικών. Εκτίμησή μου είναι πως η μάχη αυτή δεν θα κρίνει απλώς τις ημέρες της πολιτικής μας επιβίωσης ως Κυβέρνηση, αλλά θα κρίνει την τύχη μιας χώρας που διαθέτει την ιστορική ευκαιρία και υποχρέωση να συστηθεί σε όλους ξανά όντας ο καλύτερός της εαυτός.”